Μια από τις πιο αμφιλεγόμενες και αντισυμβατικές προσωπικότητες των 90’s, η Τζένη Χειλουδάκη, άνοιξε σήμερα την πόρτα της ζωής της στην εκπομπή «Weekenders». Η Τζένη έδωσε μια σπάνια συνέντευξη από τον «μικρο παράδεισο» στον οποίο μένει στη Σητεία της Κρήτης.

«Πριν λίγες ημέρες έκανα ένα post, όντας αγανακτισμένη, δέχτηκα αμέσως από άτομα της πολύχρωμης κοινότητας τέτοιο bullying. Με έλεγαν χοντρή, γριά, άσχημη, ξοφλημένη», είπε αρχικά η Τζένη Χειλουδάκη στη συνέντευξή της, η οποία είχε υποστηρίξει πως για την ίδια υπάρχουν δύο φύλα.

Η ανάρτηση της Τζένης Χειλουδάκη

Στη συνέχεια, πρόσθεσε: «Το μεγαλύτερο θέμα αυτή τη στιγμή είναι η πρόκληση για την πρόκληση, με την οποία διαφωνώ. Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος στη γη που θα πω σε κάποιον πώς να αισθάνεται, πώς να εκφράζεται και ποια είναι η ταυτότητα φύλου του, αλλά έχουν ξεφύγει τα πράγματα. Η ίδια η κοινότητα η πολύχρωμη, που θεωρεί τους πάντες ομοφοβικούς, έχει γίνει ετεροφοβική».

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m1’); });

Η Τζένη Χειλουδάκη συμπλήρωσε: «Αν αγαπάς την πατρίδα σου και την πονάς για την πολύχρωμη κοινότητα είσαι αυτόματα ακροδεξιός και εθνικιστής. Η πίστη, δε μιλώ για την εκκλησία, μιλώ για την πίστη που σε βοηθά να συνεχίσεις σ’ αυτή τη ζωή και να έχεις και μια ελπίδα για τη μετά θάνατον. Εγώ πιστεύω, αλλά δε θα το συζητήσω, γιατί θα με χλευάσουν».

«Έμεινα στον δρόμο. Υπήρχαν μέρες που πεινούσα».

Παράλληλα, εξομολογήθηκε για τον θάνατο της μητέρας της: «Όταν έφυγε από τη ζωή η μανούλα μου, εγώ πέθανα, ήμουν ένα κενό πλάσμα. Μετά από ένα σωρό συνεδρίες, φάρμακα και ψυχιάτρους, αποφάσισα πως πρέπει να σταματήσω να πεθαίνω κάθε μέρα και να αρχίσω να ζω. Εκείνο το διάστημα, στο οποίο κοιμόμουν στο αυτοκίνητό μου. Έμεινα στον δρόμο. Υπήρχαν μέρες που πεινούσα».

«Μετά από ένα σωρό συνεδρίες, φάρμακα και ψυχιάτρους, αποφάσισα πως πρέπει να σταματήσω να πεθαίνω κάθε μέρα και να αρχίσω να ζω».

Έπειτα, πρόσθεσε: «Όταν αποφάσισα ότι πρέπει να επιβιώσω, με τη βοήθεια του Φιλανθρωπικού Συλλόγου της Σητείας, δημιουργήθηκε ένας λογαριασμός, στον οποίο άγνωστοι άνθρωποι μέσα σε λίγες ημέρες έστειλαν χρήματα και αγόρασα αυτό το τροχόσπιτο και άρχισα μια νέα ζωή».